- φιληδόνου
- φιλήδονοςfond of pleasuremasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αλ Αχουάς αλ Ανσάρι — (655 – 728 μ.Χ.). Άραβας ποιητής. Υπήρξε τυπικός αντιπρόσωπος, μαζί με τον Ουμάρ μπεν Αμπί Ραμπία, των νέων ερωτικών ποιητών κατά την περίοδο που άκμασε η δυναστεία των Ομεϊαδών. Τα ερωτικά ποιήματα του φιλήδονου Α. χαρακτηρίζονται από το ζωηρό… … Dictionary of Greek